Ändelse στα ελληνικά
Μετάφραση: ändelse, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάληξη, λήγει, που λήγει, έληξε, που έληξε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ända στα ελληνικά - τέλος, τελειώνω, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη
- ändamål στα ελληνικά - σκοπός, σκοπό, σκοπούς, σκοπό αυτό, σκοπού
- ändra στα ελληνικά - μετατρέπω, παραποιώ, τροποποιώ, αλλάζω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, ...
- ändring στα ελληνικά - τροπολογία, τροποποίηση, αλλάζω, μετατροπή, παραλλάζω, παραλλαγή, μεταβολή, ...
Τυχαίες λέξεις
Ändelse στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάληξη, λήγει, που λήγει, έληξε, που έληξε
Μεταφράσεις: κατάληξη, λήγει, που λήγει, έληξε, που έληξε