Översikt στα ελληνικά

Μετάφραση: översikt, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μελέτη, έρευνα, ανασκόπηση, Επισκόπηση, Περιγραφή, γενική εικόνα, Γενικά, επισκόπησης
Översikt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • överrock στα ελληνικά - παλτό, πανωφόρι, επικάλυψη, επίστρωση, επικάλυμμα
  • överseende στα ελληνικά - επιείκεια, μακροθυμία, απόλαυση, Indulgence, επιείκειά, την επιείκειά
  • överskott στα ελληνικά - πλεόνασμα, περίσσευμα, υπέρβαση, υπερβολή, περίσσεια, περίσσειας, υπερβαίνουν
  • överskrida στα ελληνικά - ξεπερνώ, υπερβαίνω, υπερβαίνει, να υπερβαίνει, υπερβαίνει το, υπερβαίνει τα, να υπερβαίνει το
Τυχαίες λέξεις
Översikt στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μελέτη, έρευνα, ανασκόπηση, Επισκόπηση, Περιγραφή, γενική εικόνα, Γενικά, επισκόπησης