Aktör στα ελληνικά

Μετάφραση: aktör, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παίκτης, ηθοποιός, ηθοποιό, παράγοντα, φορέα, παράγοντας
Aktör στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktsam στα ελληνικά - προσεκτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί
  • aktuell στα ελληνικά - ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας
  • akupunktur στα ελληνικά - βελονισμός, βελονισμού, βελονισμό, ο βελονισμός, το βελονισμό
  • akustik στα ελληνικά - ακουστική, Ακουστικής, Acoustics, την ακουστική, ακουστική του
Τυχαίες λέξεις
Aktör στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παίκτης, ηθοποιός, ηθοποιό, παράγοντα, φορέα, παράγοντας