Behållning στα ελληνικά
Μετάφραση: behållning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάλοιπο, υπόλοιπος, ωφέλεια, κέρδος, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, υπόλοιπο, απολαβή, ισορροπία, ισορροπίας, ισοζύγιο, ισοζυγίου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- behålla στα ελληνικά - κρατώ, εξακολουθώ, συντηρώ, διατηρώ, κατακρατώ, διασώζω, διατηρούν, ...
- behållare στα ελληνικά - δεξαμενή, δοχείο, περιέκτη, δοχείου, περιέκτης, εμπορευματοκιβωτίων
- behörighet στα ελληνικά - δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, αρμοδιότητας, αρμοδιοτήτων, ικανότητα, αρμοδιότητες
- behöva στα ελληνικά - έλλειψη, θέλω, απαιτώ, απαίτηση, ζητώ, χρειάζομαι, ζήτηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Behållning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάλοιπο, υπόλοιπος, ωφέλεια, κέρδος, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, υπόλοιπο, απολαβή, ισορροπία, ισορροπίας, ισοζύγιο, ισοζυγίου
Μεταφράσεις: κατάλοιπο, υπόλοιπος, ωφέλεια, κέρδος, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, υπόλοιπο, απολαβή, ισορροπία, ισορροπίας, ισοζύγιο, ισοζυγίου