Bukt στα ελληνικά

Μετάφραση: bukt, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάσμα, κόλπος, άβυσσος, κόλπο, κόλπου, όρμο, όρμου
Bukt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • buk στα ελληνικά - στομάχι, κοιλιά, κοιλιακή χώρα, κοιλιάς, κοιλία, στην κοιλιά
  • bukett στα ελληνικά - μπουκέτο, τσαμπί, μάτσο, δέσμη, ανθοδέσμη, μπουκέτο με, ανθοδεσμών, ...
  • buljong στα ελληνικά - παρακρατώ, απόθεμα, ζωμός, ζωμό, ζωμού, το ζωμό, οπό
  • bulta στα ελληνικά - παλμός, πάλομαι, πάλλω, throb, σφύζουν
Τυχαίες λέξεις
Bukt στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάσμα, κόλπος, άβυσσος, κόλπο, κόλπου, όρμο, όρμου