Dala στα ελληνικά
Μετάφραση: dala, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεπεσμός, βυθίζομαι, ναυαγώ, κλίνω, βυθίζω, μαρασμός, νεροχύτης, Ντάλα, Το Dala
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dahlia στα ελληνικά - ντάλια, Dahlia, ντάλιας, νταλιών, Dahlia Το
- dal στα ελληνικά - κοιλάδα, Dal, Νταλ
- dalgång στα ελληνικά - κοιλάδα, χαράδρα, λαγκάδα, Valley, κοιλάδας, κοιλάδα του, πεδιάδα
- dallra στα ελληνικά - ανατριχίλα, τρεμουλιάζω, τρέμω, φαρέτρα, φαρέτρα με
Τυχαίες λέξεις
Dala στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεπεσμός, βυθίζομαι, ναυαγώ, κλίνω, βυθίζω, μαρασμός, νεροχύτης, Ντάλα, Το Dala
Μεταφράσεις: ξεπεσμός, βυθίζομαι, ναυαγώ, κλίνω, βυθίζω, μαρασμός, νεροχύτης, Ντάλα, Το Dala