Βυθίζω στα σουηδικά

Μετάφραση: βυθίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sänka, sjunka, vask, dala, tvättställ, handfat, sink, diskbänk, diskbänken
Βυθίζω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βυθίζω

βυθίζω συνώνυμο, βυθίζω συνώνυμα, βυθίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, βυθίζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • βυζί στα σουηδικά - spene, tit, mes, Tits, tita, tuttar
  • βυθίζομαι στα σουηδικά - sjunka, vask, sänka, dala, tvättställ, handfat, sink, ...
  • βυθοκόρος στα σουηδικά - mudderverk, mudderverket, dredger, mudderverkets, mudderverken
  • βυθομέτρηση στα σουηδικά - sounding, klingande, låter, sond, ljuder
Τυχαίες λέξεις
Βυθίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sänka, sjunka, vask, dala, tvättställ, handfat, sink, diskbänk, diskbänken