Eld στα ελληνικά
Μετάφραση: eld, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυρκαγιά, απολύω, πυροβολώ, φωτιά, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
Μεταφράσεις
- elasticitet στα ελληνικά - ελαστικότητα, την ελαστικότητα, την ελαστικότητά, της ελαστικότητας, ελαστικότητα του
- elastisk στα ελληνικά - ανθεκτικός, εύκαμπτος, ευλύγιστος, ελαστικό, ελαστική, ελαστικά, ελαστικού, ...
- eldig στα ελληνικά - φλογερός, πύρινος, φλογερό, φλογερή, πύρινη
- elefant στα ελληνικά - ελέφαντας, ελέφαντα, ελεφάντων, ελέφαντες, του ελέφαντα
Τυχαίες λέξεις
Eld στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυρκαγιά, απολύω, πυροβολώ, φωτιά, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
Μεταφράσεις: πυρκαγιά, απολύω, πυροβολώ, φωτιά, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός