Förbrukning στα ελληνικά

Μετάφραση: förbrukning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατανάλωση, φθίση, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από
Förbrukning στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • förblinda στα ελληνικά - τυφλός, θαμπώνω, τυφλώνω, Τύφλωση, εκτυφλωτικό, τυφλώνει, εκτυφλωτική, ...
  • förbluffa στα ελληνικά - αποβλακώνω, καταπληκτικός, καταπληκτική, καταπληκτικό, εκπληκτικό, εκπληκτική
  • förbrytare στα ελληνικά - εγκληματικός, εγκληματίας, παραβάτες, παραβατών, δραστών, δράστες, τους παραβάτες
  • förbrytelse στα ελληνικά - έγκλημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, εγκληματικότητα
Τυχαίες λέξεις
Förbrukning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατανάλωση, φθίση, κατανάλωσης, την κατανάλωση, της κατανάλωσης, κατανάλωση από