Κατανάλωση στα σουηδικά
Μετάφραση: κατανάλωση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förbrukning, åtgång, konsumtion, konsumtionen, förbrukningen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατανάλωση
κατανάλωση v strom 650, κατανάλωση αντωνυμο, κατανάλωση κρέατος, κατανάλωση νερού ανά κάτοικο, κατανάλωση νερού, κατανάλωση λεξικό γλώσσας σουηδικά, κατανάλωση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- καταμερισμός στα σουηδικά - fördelning, fördelningen, fördelnings, uppdelning
- καταμετρώ στα σουηδικά - admeasure
- κατανέμω στα σουηδικά - tilldela, anslå, ranson, portion, ransonen, behovet
- καταναλωτής στα σουηδικά - konsument, konsumenten, konsumenternas, konsumenterna
Τυχαίες λέξεις
Κατανάλωση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: förbrukning, åtgång, konsumtion, konsumtionen, förbrukningen
Μεταφράσεις: förbrukning, åtgång, konsumtion, konsumtionen, förbrukningen