Församling στα ελληνικά
Μετάφραση: församling, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενορία, ομήγυρη, συνέλευση, εκκλησίασμα, αναμέτρηση, δήμος, Township, Δήμο, δήμων, Πολίχνη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- förrän στα ελληνικά - πριν, προτού, μέχρι, έως, έως ότου, μέχρι να, μέχρις ότου
- förråd στα ελληνικά - βάζω, παρακρατώ, απόθεμα, αποθηκεύω, μαγαζί, αποθήκευση, αποθήκευσης, ...
- förse στα ελληνικά - παροχή, προμήθεια, επιπλώνω, χορήγηση, παρέχω, προμηθεύω, προνοώ, ...
- försegla στα ελληνικά - βούλα, φώκια, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Τυχαίες λέξεις
Församling στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενορία, ομήγυρη, συνέλευση, εκκλησίασμα, αναμέτρηση, δήμος, Township, Δήμο, δήμων, Πολίχνη
Μεταφράσεις: ενορία, ομήγυρη, συνέλευση, εκκλησίασμα, αναμέτρηση, δήμος, Township, Δήμο, δήμων, Πολίχνη