Fri στα ελληνικά

Μετάφραση: fri, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δωρεάν, τσάμπα, αυτεξούσιος, φιλοφρονητικός, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
Fri στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fresta στα ελληνικά - δελεάζω, δελεάσει, βάλει στον πειρασμό, δελεάσουν, δελεάσει τους, να δελεάσει
  • frestelse στα ελληνικά - πειρασμός, πειρασμό, Temptation, τον πειρασμό, Ο πειρασμός
  • fria στα ελληνικά - προτείνω, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
  • fridfull στα ελληνικά - ατάραχος, γαλήνιος, ειρηνικός, ειρηνική, ειρηνικό, ειρηνικής, ειρηνικές
Τυχαίες λέξεις
Fri στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δωρεάν, τσάμπα, αυτεξούσιος, φιλοφρονητικός, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης