Λέξη: αυτόν
Σχετικές λέξεις: αυτόν
αυτόν τον ουρανό πουλόπουλος, αυτόν καθαυτόν, αυτόν που πολέμησε ανεμόμυλουσ στην ισπανία, αυτόν τον κόσμο στιχοι, αυτόν τον κόσμο τον καλό
Μεταφράσεις: αυτόν
αυτόν στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
him, this, that, it
αυτόν στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
él, lo, le, de él, su
αυτόν στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ihn, ihm, er, ihn zu, sich
αυτόν στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
le, lui, son, ses, sa, il, de lui, qu'il
αυτόν στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lui, lo, gli, di lui, a lui
αυτόν στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
monte, ele, colina, lhe, o, dele
αυτόν στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hij, hem, hem te, zijn
αυτόν στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
его, ему, он, него, ним
αυτόν στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ham, han, seg, ham til
αυτόν στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
honom, han, sig
αυτόν στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
häntä, hän, hänet, hänelle, hänen, tielle
αυτόν στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ham, han, sig, boldens
αυτόν στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jeho, jej, ho, mu, něj, ním
αυτόν στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
go, mu, jego, jemu, niego
αυτόν στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
neki, őt, vele, rá
αυτόν στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ona, onu, onun, Onunla, o
αυτόν στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
його, її
αυτόν στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
atë, atij, atë të, ai, tij
αυτόν στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
еня, му, него, го, да го
αυτόν στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
яго, яе, ягоных
αυτόν στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
talle, tema, teda, ta, temaga
αυτόν στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
njega, ga, njemu, mu, on, ga je
αυτόν στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hann, honum, honum að, að hann, hans
αυτόν στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
jį, jam, jis, jo, juo
αυτόν στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
viņam, viņu, viņš, viņa, lai viņš
αυτόν στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
него, му, го, да го
αυτόν στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
îl, l, el
αυτόν στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
jej, jím, im, mu, njega, ga, on, mu je
αυτόν στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
jej, ním, jeho, jemu, ho, ju
Στατιστικά δημοτικότητας: αυτόν
Τυχαίες λέξεις