Galopp στα ελληνικά
Μετάφραση: galopp, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλπασμός, γκάλοπ, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
Μεταφράσεις
- gallskrika στα ελληνικά - στριγγλίζω, κραυγή, φωνάζω, στριγκλίζω, φωνάζουν, φωνάξει, φωνάζεις
- galning στα ελληνικά - μανιακός, Maniac, μανιακό, μανιακού, επιθετικό παίκτη
- gammal στα ελληνικά - παλαιός, γέρικος, γέρος, παλιός, παλιά, παλιό, παλαιά
- ganska στα ελληνικά - νισάφι, αρκετά, πολύ, εντελώς, απολύτως, είναι αρκετά
Τυχαίες λέξεις
Galopp στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλπασμός, γκάλοπ, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
Μεταφράσεις: καλπασμός, γκάλοπ, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού