Hållning στα ελληνικά

Μετάφραση: hållning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στάση, βαγόνι, σχέση, έδρανο, άμαξα, συμπεριφορά, θέση, τη στάση, στάσης, προσανατολισμός
Hållning στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • håll στα ελληνικά - κατεύθυνση, απόσταση, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει
  • hålla στα ελληνικά - διατείνομαι, αντέχω, εξακολουθώ, υπομένω, διατηρώ, κρατώ, αμπάρι, ...
  • hålväg στα ελληνικά - φαράγγι, λαγκάδι, συγκαλυμμένος, συγκεκαλυμμένη, συγκαλυμμένη, μυστικές, συγκεκαλυμμένης
  • hån στα ελληνικά - παρωδία, περιγελώ, περιφρονώ, καταφρόνια, λοιδορία, χλευασμός, περιφρόνηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Hållning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στάση, βαγόνι, σχέση, έδρανο, άμαξα, συμπεριφορά, θέση, τη στάση, στάσης, προσανατολισμός