Känslig στα ελληνικά
Μετάφραση: känslig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρυφερός, αλγεινός, ευαίσθητος, μαλακός, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- känsel στα ελληνικά - νιώθω, αισθάνομαι, υφή, αισθητήριος, αισθητήρια, αισθητηριακές, αισθητικές, ...
- känsla στα ελληνικά - σωφροσύνη, αισθάνομαι, νόημα, αίσθημα, συναίσθημα, αίσθηση, έννοια, ...
- känslighet στα ελληνικά - μεταχειρίζομαι, θεραπεύω, κέρασμα, κερνώ, ευαισθησία, ευαισθησίας, την ευαισθησία, ...
- käpp στα ελληνικά - χώνω, μπαστούνι, καλάμι, ζαχαροκάλαμο, ζαχαροκάλαμου, από ζαχαροκάλαμο
Τυχαίες λέξεις
Känslig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρυφερός, αλγεινός, ευαίσθητος, μαλακός, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
Μεταφράσεις: τρυφερός, αλγεινός, ευαίσθητος, μαλακός, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων