Kontroll στα ελληνικά

Μετάφραση: kontroll, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έλεγχος, εξουσιάζω, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Kontroll στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kontrakt στα ελληνικά - συμβόλαιο, συστέλλομαι, προσβάλλομαι, σύμβαση, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων
  • kontramärke στα ελληνικά - ανακόπτω, αναχαιτίζω, καρέ, σταματώ, στέλεχος, Stub, στελέχους, ...
  • kontrollera στα ελληνικά - έλεγχος, εξουσιάζω, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
  • kontur στα ελληνικά - διατυπώνω, σκιαγράφηση, περίγραμμα, Contour, περιγράμματος, την Contour, το περίγραμμα
Τυχαίες λέξεις
Kontroll στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έλεγχος, εξουσιάζω, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της