Krok στα ελληνικά

Μετάφραση: krok, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακοποιός, απατεώνας, άγκιστρο, γάντζος, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
Krok στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kritisk στα ελληνικά - καίριος, κρίσιμος, κρίσιμη, κρίσιμο, κρίσιμες, κριτική
  • krog στα ελληνικά - μπαρ, ταβέρνα, Η ταβέρνα, ταβέρνας, ταβέρνα του, ταβέρνα που
  • kromosom στα ελληνικά - χρωμόσωμα, χρωμοσώματος, χρωμοσωμάτων, χρωμοσωμικές, του χρωμοσώματος
  • kronisk στα ελληνικά - χρόνιος, χρόνιας, χρόνιες, χρόνιων, χρόνιο
Τυχαίες λέξεις
Krok στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακοποιός, απατεώνας, άγκιστρο, γάντζος, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου