Leva στα ελληνικά

Μετάφραση: leva, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
είμαι, ζωντανός, μένω, διανύω, υπάρχω, βρίσκομαι, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει
Leva στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lepra στα ελληνικά - λέπρα, λώβα, Η λέπρα, τη λέπρα, της λέπρας, Leprosy
  • lera στα ελληνικά - άργιλος, πηλός, πηλό, αργίλου, άργιλο
  • levande στα ελληνικά - γλαφυρός, ζωηρός, μένω, ζωντανός, ζω, ζουν, ζήσουν, ...
  • levebröd στα ελληνικά - βιοπορισμός, ζην, το ζην, διαβίωσης, προς το ζην
Τυχαίες λέξεις
Leva στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: είμαι, ζωντανός, μένω, διανύω, υπάρχω, βρίσκομαι, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει