Marionett στα ελληνικά
Μετάφραση: marionett, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νευρόσπαστο, κούκλα, μαριονέτα, μαριονέτας, κούκλας, μαριονετών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- marginal στα ελληνικά - περιθώριο, ρέλι, μεθόριος, σύνορο, περιθωριακός, οριακός, περιθωριακό, ...
- marin στα ελληνικά - πεζοναύτης, θαλάσσιος, ναυτικό, Ναυτικού, Πολεμικό Ναυτικό, Πολεμικού Ναυτικού, Navy
- mark στα ελληνικά - προσγειώνω, γη, μαγαρίζω, προσγειώνομαι, προσαράσσω, πεδίο, έδαφος, ...
- markera στα ελληνικά - εμφαίνω, δείχνω, σημαίνω, βαθμός, φανερώνω, σημειώνω, σημάδι, ...
Τυχαίες λέξεις
Marionett στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νευρόσπαστο, κούκλα, μαριονέτα, μαριονέτας, κούκλας, μαριονετών
Μεταφράσεις: νευρόσπαστο, κούκλα, μαριονέτα, μαριονέτας, κούκλας, μαριονετών