Medgörlig στα ελληνικά

Μετάφραση: medgörlig, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξυπηρετικός, επιδέχονται, δεκτικά, δεκτική, επιδεκτικά, επιδεκτική
Medgörlig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • medfölja στα ελληνικά - ακολουθώ, συνοδεύω, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
  • medgång στα ελληνικά - ευημερία, φάουλ, αποκρουστική, κάνει φάουλ
  • medhjälpare στα ελληνικά - επικουρία, βοηθός, βοήθημα, αρωγή, βοηθητικός, βοηθώ, βοήθεια, ...
  • medicin στα ελληνικά - ιατρική, φάρμακο, Ιατρικής, το φάρμακο, Medicine
Τυχαίες λέξεις
Medgörlig στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξυπηρετικός, επιδέχονται, δεκτικά, δεκτική, επιδεκτικά, επιδεκτική