Meningslös στα ελληνικά
Μετάφραση: meningslös, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανόητος, παράλογος, χωρίς νόημα, νόημα, νοήματος, ανούσια, άνευ σημασίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- menig στα ελληνικά - ιδιωτικός, φαντάρος, ιδιαίτερος, εκκλησίασμα, σύναξη, συναγωγής, μαρτυρίου, ...
- mening στα ελληνικά - αίσθημα, έννοια, εισάγω, άποψη, καταδικάζω, γνώμη, σημασία, ...
- menlös στα ελληνικά - αθώος
- mentalitet στα ελληνικά - ψυχοσύνθεση, νοοτροπία, νοοτροπίας, τη νοοτροπία, η νοοτροπία, νοοτροπία του
Τυχαίες λέξεις
Meningslös στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανόητος, παράλογος, χωρίς νόημα, νόημα, νοήματος, ανούσια, άνευ σημασίας
Μεταφράσεις: ανόητος, παράλογος, χωρίς νόημα, νόημα, νοήματος, ανούσια, άνευ σημασίας