Munter στα ελληνικά
Μετάφραση: munter, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαιδρός, εύθυμος, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, κεφάτος, ξεκαρδιστική, ξεκαρδιστικό, ξεκαρδιστικές, ξεκαρδιστικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mun στα ελληνικά - στόμιο, στόμα, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
- munk στα ελληνικά - καλόγερος, μοναχός, μοναχό, μοναχού, μοναχών
- muntlig στα ελληνικά - φραστικός, του στόματος, από το στόμα, στόματος, προφορική, στοματική
- muntligen στα ελληνικά - φραστικά, προφορικά, λεκτικά, προφορικώς, προφορική
Τυχαίες λέξεις
Munter στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαιδρός, εύθυμος, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, κεφάτος, ξεκαρδιστική, ξεκαρδιστικό, ξεκαρδιστικές, ξεκαρδιστικά
Μεταφράσεις: φαιδρός, εύθυμος, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, κεφάτος, ξεκαρδιστική, ξεκαρδιστικό, ξεκαρδιστικές, ξεκαρδιστικά