Perspektiv στα ελληνικά
Μετάφραση: perspektiv, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορίζοντας, προοπτική, άποψη, προοπτικών, προοπτικές, προοπτικής
Μεταφράσεις
- personlig στα ελληνικά - προσωπικός, άτομο, ατομικός, προσωπική, προσωπικών, προσωπικά, προσωπικές
- personlighet στα ελληνικά - προσωπικότητα, προσωπικότητας, προσωπικότητά, της προσωπικότητας, την προσωπικότητα
- pest στα ελληνικά - πανούκλα, πληγή, πανώλης, μάστιγα, πανώλη
- petition στα ελληνικά - ζητώ, παρακαλώ, παράκληση, αναφορά, αίτηση, αναφοράς, την αναφορά, ...
Τυχαίες λέξεις
Perspektiv στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορίζοντας, προοπτική, άποψη, προοπτικών, προοπτικές, προοπτικής
Μεταφράσεις: ορίζοντας, προοπτική, άποψη, προοπτικών, προοπτικές, προοπτικής