Princip στα ελληνικά

Μετάφραση: princip, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιθύνω, αποφασίζω, βασιλεύω, κανόνας, αρχή, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν
Princip στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prima στα ελληνικά - εκ πρώτης, εκ, πρώτης
  • primär στα ελληνικά - πρωταρχικός, πρώτος, πρωτογενούς, πρωτογενή, πρωταρχικό, πρωτοβάθμια
  • pris στα ελληνικά - τιμή, κοστίζω, αναλογία, κόστος, δαπάνη, τιμών, τιμής, ...
  • prisa στα ελληνικά - εκθειάζω, εορτάζω, έπαινος, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
Τυχαίες λέξεις
Princip στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιθύνω, αποφασίζω, βασιλεύω, κανόνας, αρχή, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν