Räcke στα ελληνικά

Μετάφραση: räcke, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κιγκλίδωμα, προστατευτικό κιγκλίδωμα, κάγκελο, κάγκελα, κιγκλιδωμάτων
Räcke στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ryttare στα ελληνικά - αναβάτης, αναβάτες, αναβατών, τους αναβάτες, οδηγούς, οι αναβάτες
  • räcka στα ελληνικά - φτάνω, απολαβή, εξαναγκάζω, πέρασμα, κυκλοφορώ, κατασκευάζω, κάνω, ...
  • rädd στα ελληνικά - φοβισμένος, ντροπαλός, δειλός, συνεσταλμένος, φοβούνται, φοβάται, φοβάστε, ...
  • rädda στα ελληνικά - διασώζω, αποταμιεύω, αποκρούω, διάσωση, εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Räcke στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κιγκλίδωμα, προστατευτικό κιγκλίδωμα, κάγκελο, κάγκελα, κιγκλιδωμάτων