Reducera στα ελληνικά
Μετάφραση: reducera, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιορίζω, μειώνω, ελαττώνω, αναγωγικός, μείωση, τη μείωση, μειώνοντας, μείωση των
Μεταφράσεις
- redogörelse στα ελληνικά - περιγραφή, περιγραφής, περιγραφη, την περιγραφή
- redskap στα ελληνικά - εργαλείο, γρανάζι, εργαλείων, εργαλεία, ταχυτήτων, μετάδοσης
- reduktion στα ελληνικά - μείωση, περιστολή, αναγωγή, μείωσης, τη μείωση, μείωση της
- reell στα ελληνικά - πραγματικός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, πραγματικού
Τυχαίες λέξεις
Reducera στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιορίζω, μειώνω, ελαττώνω, αναγωγικός, μείωση, τη μείωση, μειώνοντας, μείωση των
Μεταφράσεις: περιορίζω, μειώνω, ελαττώνω, αναγωγικός, μείωση, τη μείωση, μειώνοντας, μείωση των