Säd στα ελληνικά

Μετάφραση: säd, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπυρί, εμφυτεύω, δημητριακό, σπέρνω, καλαμπόκι, σπόρος, κόκκος, δημητριακά, σπόρων, σπόρων προς σπορά, σπόρους, σπόρου
Säd στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • systerson στα ελληνικά - ανιψιός, ανιψιό, τον ανιψιό, ανηψιό, ο ανιψιός
  • säck στα ελληνικά - απολύω, θύλακας, SAC, σάκο, σάκος, σάκου
  • säga στα ελληνικά - λέω, κρένω, μιλώ, πείτε, πω, πει, ενημερώστε, ...
  • sägen στα ελληνικά - παραμύθι, μύθος, ιστορία, θρύλος, μύθο, θρύλο, το μύθο
Τυχαίες λέξεις
Säd στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπυρί, εμφυτεύω, δημητριακό, σπέρνω, καλαμπόκι, σπόρος, κόκκος, δημητριακά, σπόρων, σπόρων προς σπορά, σπόρους, σπόρου