Sak στα ελληνικά

Μετάφραση: sak, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύλη, πράγμα, κομμάτι, υπόθεση, θέμα, νοιάζομαι, πράγμα που, κάτι, το πράγμα
Sak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • saga στα ελληνικά - ιστορία, μύθος, Tale, Παραμύθι, Η ιστορία, την ιστορία
  • sagolik στα ελληνικά - υπέροχος, απίθανος, Θαυμάσιο, Fabulous, καταπληκτικά, Υπέροχη, μυθικό
  • saklig στα ελληνικά - αντικειμενικός, πραγματικών, πραγματικές, πραγματικά, πραγματική, πραγματικό
  • sakna στα ελληνικά - δεσποινίς, αστοχώ, έλλειψη, υστέρημα, χάνω, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, ...
Τυχαίες λέξεις
Sak στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύλη, πράγμα, κομμάτι, υπόθεση, θέμα, νοιάζομαι, πράγμα που, κάτι, το πράγμα