Skådespelare στα ελληνικά
Μετάφραση: skådespelare, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παίκτης, ηθοποιός, ηθοποιό, παράγοντα, φορέα, παράγοντας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- skärva στα ελληνικά - θραύσμα, αγκίδα, σκλήθρα, οξυδερκής, μυτερός, κοφτερός, αιφνίδιος, ...
- skåda στα ελληνικά - βλέπω, ιδού, behold, ιδου, ξάφνου
- skål στα ελληνικά - λεκάνη, μπολ, κύπελλο, δοχείο, μπωλ
- skåp στα ελληνικά - κουτί, κιβώτιο, ασφαλείας, Χρηματοκιβώτιο, Box
Τυχαίες λέξεις
Skådespelare στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παίκτης, ηθοποιός, ηθοποιό, παράγοντα, φορέα, παράγοντας
Μεταφράσεις: παίκτης, ηθοποιός, ηθοποιό, παράγοντα, φορέα, παράγοντας