Smink στα ελληνικά

Μετάφραση: smink, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρουζ, μακιγιάζ, makeup, το μακιγιάζ, καθρέφτη μακιγιάζ, μακιγιάζ των
Smink στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • smickra στα ελληνικά - κολακεύω, κολακεύει, κολακεύουν, πιο επίπεδη, επίπεδη, πιο επίπεδο
  • smidig στα ελληνικά - εύκαμπτος, ευλύγιστος, λείος, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο
  • smitta στα ελληνικά - λοίμωξη, μόλυνση, μολύνω, μόλυνσης, λοίμωξης, μολύνσεως
  • smittkoppor στα ελληνικά - ευλογία, ευλογιάς, ευλογιά, της ευλογιάς, την ευλογιά
Τυχαίες λέξεις
Smink στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρουζ, μακιγιάζ, makeup, το μακιγιάζ, καθρέφτη μακιγιάζ, μακιγιάζ των