Substantiv στα ελληνικά
Μετάφραση: substantiv, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσιαστικό, noun, ουσιαστικού, όνομα, ουσιαστικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stövel στα ελληνικά - μπότα, εκκίνησης, boot, μπότες, για μπότες
- subjekt στα ελληνικά - αντικείμενο, υπήκοος, θέμα, υποκείμενο, οντότητα, οντότητας, οικονομική οντότητα, ...
- subtil στα ελληνικά - εκλεπτυσμένος, φίνος, λεπτός, σουπτιλισίνη, σουμπτιλισίνης, σουμπτιλισίνη, σουμπτιλιζίνης, ...
- subtrahera στα ελληνικά - εκπίπτω, αφαιρώ, αφαιρέσετε, αφαιρέσουμε, αφαιρούν, να αφαιρέσετε
Τυχαίες λέξεις
Substantiv στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσιαστικό, noun, ουσιαστικού, όνομα, ουσιαστικών
Μεταφράσεις: ουσιαστικό, noun, ουσιαστικού, όνομα, ουσιαστικών