Trädgård στα ελληνικά

Μετάφραση: trädgård, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κήπος, κήπο, κήπου, στον κήπο, τον κήπο
Trädgård στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • träd στα ελληνικά - δέντρο, δέντρου, δέντρων, δένδρο, δένδρων
  • träda στα ελληνικά - διάβημα, βήμα, βηματίζω, εγγραφή, είσοδος, καταχώριση, έναρξη, ...
  • trädgårdsmästare στα ελληνικά - κηπουρός, κηπουρό, κηπουρός που, κηπουρού, Gardener
  • trädstam στα ελληνικά - μπαούλο, σεντούκι, προβοσκίδα, κορμός, κορμό, κορμού, του κορμού
Τυχαίες λέξεις
Trädgård στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κήπος, κήπο, κήπου, στον κήπο, τον κήπο