Vetenskapsman στα ελληνικά
Μετάφραση: vetenskapsman, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανεπιστήμων, επιστήμονας, επιστήμονα, επιστήμονες, επιστήμων, επιστημόνων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vetenskap στα ελληνικά - επιστήμη, Science, Επιστήμης, Επιστημών, την επιστήμη
- vetenskaplig στα ελληνικά - επιστημονικός, επιστημονική, Επιστημονικής, Επιστημονικό, Επιστημονικά
- veteran στα ελληνικά - παλαίμαχος, βετεράνος, Βετεράνων, Ο βετεράνος, Veteran
- veterinär στα ελληνικά - κτηνίατρος, κτηνιατρικός, Κτηνιατρικά, κτηνιατρικής, Κτηνιατρική, Κτηνιατρικές
Τυχαίες λέξεις
Vetenskapsman στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανεπιστήμων, επιστήμονας, επιστήμονα, επιστήμονες, επιστήμων, επιστημόνων
Μεταφράσεις: πανεπιστήμων, επιστήμονας, επιστήμονα, επιστήμονες, επιστήμων, επιστημόνων