Çıkış στα ελληνικά
Μετάφραση: çıkış, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάβαση, έξοδος, θέμα, τεύχος, εξόδου, έξοδο, την έξοδο, έξοδο του
Μεταφράσεις
- çıkmak στα ελληνικά - ακολουθώ, βγαίνουν, βγει, να βγει, βγει από, βγεί
- çıkıntı στα ελληνικά - κύρτωμα, προεξοχή, καρούμπαλο, διογκώνω, κραδασμός, καμπούρα, μαρκίζα, ...
- çılgınlık στα ελληνικά - μανία, οργή, ταραχή, λύσσα, φρενίτιδα, παραφροσύνη, τρέλα, ...
- çıplak στα ελληνικά - γυμνός, τσίτσιδος, γυμνό, γυμνή, γυμνού, γυμνά
Τυχαίες λέξεις
Çıkış στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάβαση, έξοδος, θέμα, τεύχος, εξόδου, έξοδο, την έξοδο, έξοδο του
Μεταφράσεις: ανάβαση, έξοδος, θέμα, τεύχος, εξόδου, έξοδο, την έξοδο, έξοδο του