Çerçeve στα ελληνικά

Μετάφραση: çerçeve, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σώμα, δομή, διάρθρωση, πλαισίωση, πλαίσιο, σκελετός, πλαισιώνω, κορνίζα, πλαισίου, καρέ, σκελετό
Çerçeve στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • çengel στα ελληνικά - αγκιστρώνω, γάντζος, άγκιστρο, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
  • çentik στα ελληνικά - εγκοπή, εγκοπής, notch, εντομή, εγκοπών
  • çete στα ελληνικά - τράπουλα, μάτι, δακτυλίδι, όχλος, συμμορία, σπείρα, κατακλύζω, ...
  • çevik στα ελληνικά - εύστροφος, γρήγορος, σβέλτος, γοργός, ευκίνητος, ευέλικτη, ευέλικτο, ...
Τυχαίες λέξεις
Çerçeve στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: σώμα, δομή, διάρθρωση, πλαισίωση, πλαίσιο, σκελετός, πλαισιώνω, κορνίζα, πλαισίου, καρέ, σκελετό