Ağırlık στα ελληνικά
Μετάφραση: ağırlık, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρύτητα, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ağrımak στα ελληνικά - πόνος, πονώ, λαχταρώ, πόνο, πόνος στο, πόνο στο, άλγος
- ağır στα ελληνικά - δύσκολος, σκληρός, βαρύς, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ
- ağız στα ελληνικά - στόμιο, στόμα, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
- aşağı στα ελληνικά - πούπουλο, κάτω, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορίζονται, καθορισμό
Τυχαίες λέξεις
Ağırlık στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρύτητα, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Μεταφράσεις: βαρύτητα, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους