Aday στα ελληνικά
Μετάφραση: aday, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιτών, προοπτική, υποψήφιος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο
Μεταφράσεις
- adam στα ελληνικά - επανδρώνω, άτομο, άνδρας, άντρας, τύπος, παιδί, πρόσωπο, ...
- adatavşanı στα ελληνικά - κουνέλι, κουνελιού, κουνελιών, κονίκλου, κουνέλια
- adet στα ελληνικά - συνήθεια, χρησιμοποιώ, χρήση, έξη, αριθμός, αριθμό, αριθμού, ...
- adi στα ελληνικά - χαμηλός, συνήθης, συνηθισμένος, συνήθη, συνήθεις, συνήθους
Τυχαίες λέξεις
Aday στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιτών, προοπτική, υποψήφιος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο
Μεταφράσεις: αιτών, προοπτική, υποψήφιος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο