Atmık στα ελληνικά

Μετάφραση: atmık, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπέρμα, Atmic
Atmık στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atmak στα ελληνικά - απολύω, πυρκαγιά, φωτιά, πυροβολώ, πετάμε, πετάξτε, πετάτε, ...
  • atmosfer στα ελληνικά - ατμόσφαιρα, ατμόσφαιρας, περιβάλλον, κλίμα
  • atom στα ελληνικά - άτομο, ατόμου, άτομον, άτομα, ατόμων
  • atılgan στα ελληνικά - τόλμη, τόλμημα, επιθετικός, επιθετική, επιθετικό, επιθετικές, επιθετικά
Τυχαίες λέξεις
Atmık στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπέρμα, Atmic