Λέξη: σφήκα

Σχετικές λέξεις: σφήκα

σφήκα ονειροκρίτης, σφήκα habrobracon, σφήκα μέλισσα, σφήκα τσίμπημα, σφήκα όλγα, σφήκα κεντρί, σφήκα αιγύπτου, σφήκα εναντίον ταραντούλας μια επική μάχη... (βιντεο), σφήκα μπάσκετ, σφήκα βικιλεξικο

Συνώνυμα: σφήκα

σφήγκα

Μεταφράσεις: σφήκα

σφήκα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wasp, hornet, a wasp, the wasp

σφήκα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
avispón, avispa, avispas, la avispa, de avispa, avispa de

σφήκα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hornisse, wespe, Wespe, Wespen, wasp

σφήκα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
frelon, guêpe, guêpes, de guêpe, wasp, la guêpe

σφήκα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vespa, calabrone, wasp, vespe, di vespa, vespa di

σφήκα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vespa, banhar, lavar, lavagem, wasp, vespas, da vespa, de vespa

σφήκα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wesp, wasp, wespen, sluipwesp, de Wesp

σφήκα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шершень, рожок, оса, Wasp, осы, осу, ос

σφήκα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
veps, vepsen, wasp, vepse, hveps

σφήκα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
geting, wasp, getingen

σφήκα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ampiainen, wasp, ampiaisen, ampiaisten

σφήκα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hveps, gedehams, WASP, WASP spille, til WASP, WASP live

σφήκα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vosa, sršeň, vosí, wasp, vosy, vosička

σφήκα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
osa, szerszeń, wasp, osy, Szerszeń

σφήκα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
darázs, lódarázs, wasp, darázscsípés, darazsak

σφήκα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
eşekarısı, arı, wasp, yabanarısı, yaban arısı

σφήκα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
блідий, шершень, розведений, слабкий, оса

σφήκα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
grenzë

σφήκα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оса, WASP, оси, на WASP, осата

σφήκα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аса, оса, гэта аса, аса мяне

σφήκα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vapsik, herilane, herilase, herilaseallergia, wasp, herilaste

σφήκα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osica, osa, stršljen, WASP, u WASP

σφήκα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Holugeitungur, Wasp

σφήκα στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
vespa

σφήκα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
širšė, vapsva, Wasp, vapsvų, klosčiavapsvių, Lapsene

σφήκα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lapsene, sirsenis, lapseņu, Wasp, lapsenes

σφήκα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
оса, WASP, осата, пчела, БАСП

σφήκα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
viespe, de viespe, wasp, viespi, viespea

σφήκα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
osa, vosa, ose, wasp, oso, osica

σφήκα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sršeň, osa, vosa

Στατιστικά δημοτικότητας: σφήκα

Τυχαίες λέξεις