Ayak στα ελληνικά

Μετάφραση: ayak, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόδι, τελειώνω, στάδιο, τέλος, πόδια, τα πόδια, πρόποδες, ποδιού
Ayak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • avukat στα ελληνικά - υπερασπιστής, συνηγορώ, συνήγορος, υποστηρικτής, συμβουλεύω, δικηγόρος, καμαρίλα, ...
  • ay στα ελληνικά - μήνας, φωτερό, φεγγάρι, μήνα, μηνός, μηνών, το μήνα
  • ayaklanma στα ελληνικά - επανάσταση, εξέγερση, ξεσήκωμα, εξέγερσης, εξέγερση του, ξεσηκωμό
  • ayal στα ελληνικά - σύζυγος, γυναίκα, Ayala, Αγιάλα, Ayala ο
Τυχαίες λέξεις
Ayak στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόδι, τελειώνω, στάδιο, τέλος, πόδια, τα πόδια, πρόποδες, ποδιού