Bol στα ελληνικά

Μετάφραση: bol, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευρύχωρος, αρκετός, διεξοδικός, εκτεταμένος, άφθονος, πλούσιος, αφθονία, άφθονο, πολλά, πολλές, την αφθονία
Bol στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bobin στα ελληνικά - μηχανάκι, σπείρα, πηνίο, πηνίου, σπείρας, του πηνίου
  • bodrum στα ελληνικά - κελάρι, υπόγειο, υπογείου, υπόγεια, βασικής, ισόγειο
  • bolluk στα ελληνικά - συρροή, πολλά, άφθονος, πολλοί, αφθονία, αφθονίας, πληθώρα, ...
  • bolum στα ελληνικά - τομή, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
Τυχαίες λέξεις
Bol στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευρύχωρος, αρκετός, διεξοδικός, εκτεταμένος, άφθονος, πλούσιος, αφθονία, άφθονο, πολλά, πολλές, την αφθονία