Düşmek στα ελληνικά
Μετάφραση: düşmek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτώση, πέφτω, εκπίπτω, μαρασμός, ξεπεσμός, κλίνω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- düşmanlık στα ελληνικά - καταφορά, κακεντρέχεια, εμπάθεια, εχθρότητα, εχθρότητας, την εχθρότητα, εχθρικότητα, ...
- düşme στα ελληνικά - εκπίπτω, χύνω, πτώση, πέφτω, κατρακυλώ, εμπίπτουν, εμπίπτει, ...
- düşük στα ελληνικά - αποβολή, χαμηλός, χαμηλή, χαμηλής, χαμηλό, χαμηλού
- düşünce στα ελληνικά - σκέψη, νόμιζα, ιδέα, σκεφτόμουν, θεωρούν, πιστεύεται, σκεφτεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Düşmek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτώση, πέφτω, εκπίπτω, μαρασμός, ξεπεσμός, κλίνω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Μεταφράσεις: πτώση, πέφτω, εκπίπτω, μαρασμός, ξεπεσμός, κλίνω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν