Işkence στα ελληνικά

Μετάφραση: işkence, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βασανισμός, βασανίζω, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, βασανιστήρια, τα βασανιστήρια
Işkence στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • işgüzar στα ελληνικά - ενοχλητικός, πολυπράγμονα
  • işitme στα ελληνικά - ακοή, ακρόαση, άκουσε, ακοής, ακούσει
  • işlem στα ελληνικά - κατεργάζομαι, διαδικασία, επεξεργάζομαι, διεργασία, διαδικασίας, μέθοδος, διεργασίας
  • işsiz στα ελληνικά - αδρανής, τεμπέλης, άνεργος, αργόσχολος, ανέργων, άνεργοι, ανέργους, ...
Τυχαίες λέξεις
Işkence στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: βασανισμός, βασανίζω, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, βασανιστήρια, τα βασανιστήρια