Kanıt στα ελληνικά

Μετάφραση: kanıt, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πειστήριο, απόδειξη, μαρτυρία, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία, αποδείξεις
Kanıt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kantin στα ελληνικά - καντίνα, παγούρι, κυλικείο, καντίνας, κυλικείων, κυλικείου
  • kanun στα ελληνικά - νόμος, δικαίου, δίκαιο, νομοθεσία, νόμου
  • kanıtlamak στα ελληνικά - μαρτυρία, παράσταση, εμφαίνω, στοιχεία, δείχνω, αποδεικνύω, αποδείξεις, ...
  • kaos στα ελληνικά - χάος, το χάος, χάους, του χάους, χάος που
Τυχαίες λέξεις
Kanıt στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: πειστήριο, απόδειξη, μαρτυρία, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία, αποδείξεις