Kanal στα ελληνικά

Μετάφραση: kanal, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανάλι, ρείθρο, διώρυγα, διοχετεύω, οχετός, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο
Kanal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kamış στα ελληνικά - καλάμι, μέλος, στέλεχος, μπαστούνι, ζαχαροκάλαμο, ζαχαροκάλαμου, από ζαχαροκάλαμο
  • kan στα ελληνικά - πολύ, αίμα, πολλοί, πολύς, αίματος, του αίματος, στο αίμα, ...
  • kanamak στα ελληνικά - ματώνω, αιμορραγώ, αιμορραγούν, αιμορραγεί, ματώνουν, αιμορραγήσουν
  • kanarya στα ελληνικά - καναρίνι, Καναρίων, Καναρίους, Κανάριες, Κανάριοι
Τυχαίες λέξεις
Kanal στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανάλι, ρείθρο, διώρυγα, διοχετεύω, οχετός, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο