Kekelemek στα ελληνικά

Μετάφραση: kekelemek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψελλίζω, τραυλίζω, τραύλισμα, stutter, τραυλίζουν, να κολλάει, Διακεκομμένος
Kekelemek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kehanet στα ελληνικά - προφητεία, προφητείας, η προφητεία, την προφητεία, προφητεία του
  • kehribar στα ελληνικά - πορτοκαλί, κεχριμπάρι, κεχριμπαρένιο, κεχριμπαριού, κίτρινο
  • kel στα ελληνικά - καραφλός, φαλακρός, φαλακρό, Bald, φαλακρά, φαλακροί
  • kelepçe στα ελληνικά - μανικέτι, σφιγκτήρας, σφιγκτήρα, σύσφιξης, σφικτήρα, του σφιγκτήρα
Τυχαίες λέξεις
Kekelemek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψελλίζω, τραυλίζω, τραύλισμα, stutter, τραυλίζουν, να κολλάει, Διακεκομμένος