Orman στα ελληνικά

Μετάφραση: orman, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάσος, ξύλο, ξυλεία, δασών, δασικών, των δασών, δάσους
Orman στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • organizma στα ελληνικά - όν, οργανισμός, οργανισμού, οργανισμό, οργανισμών, οργανισμούς
  • orijinal στα ελληνικά - δεξιοτέχνης, κύριος, αφέντης, μετρ, γνήσιος, πρωτότυπος, πρωτότυπο, ...
  • ormanlık στα ελληνικά - δασώδης, δάσος, δάση, δασικές εκτάσεις, δασικών εκτάσεων, δασικές περιοχές
  • orospu στα ελληνικά - ιερόδουλη, εταίρα, πόρνη, καυστικός, στυφός, κόμματος, φούστα, ...
Τυχαίες λέξεις
Orman στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάσος, ξύλο, ξυλεία, δασών, δασικών, των δασών, δάσους