Δάσος στα τούρκικα

Μετάφραση: δάσος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
orman, Forest, Ormanı, Woud
Δάσος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δάσος

δάσος στροφυλιάς, δάσος αρβανίτσας, δάσος δαδιάς, δάσος της βουλώνης, δάσος φρακτού, δάσος λεξικό γλώσσας τούρκικα, δάσος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • δάρτης στα τούρκικα - pistonlar, pistonları, Plenserleri, Dalgıç pistonlar, Kompresörla
  • δάσκαλος στα τούρκικα - öğretmen, öğretmeni, öğretmenlik, öğretmenin
  • δάφνη στα τούρκικα - defne, laurel
  • δέκα στα τούρκικα - on
Τυχαίες λέξεις
Δάσος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: orman, Forest, Ormanı, Woud