Parti στα ελληνικά
Μετάφραση: parti, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρέα, συμβαλλόμενος, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- parmaklık στα ελληνικά - κιγκλίδωμα, σιδηροδρομικές, σιδηροδρομικών, σιδηροδρομικού, σιδηροδρομικής, των σιδηροδρομικών
- parola στα ελληνικά - λέξη, κωδικό πρόσβασης, κωδικός πρόσβασης, κωδικό, τον κωδικό, τον κωδικό πρόσβασης
- parça στα ελληνικά - εξάρτημα, συστατικός, χωρίζω, μερίδα, τομή, μερίδιο, τμήμα, ...
- parçalamak στα ελληνικά - σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή
Τυχαίες λέξεις
Parti στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρέα, συμβαλλόμενος, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
Μεταφράσεις: παρέα, συμβαλλόμενος, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου